ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ


ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
    ΑΘΑΝΑΤΟΣ
29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904


Γεννήθηκε 29 Μαρτίου του 1870 στη Μασσαλία. Γιος του Μιχαήλ Μελά και γαμπρός του Στέφανου Δραγούμη. 
Το 1886 άρχισε να φοιτά στη Σχολή Ευελπίδων και εξήλθε ως ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού. Νυμφεύτηκε τη Ναταλία Δραγούμη (1872-1973), και απέκτησε δύο παιδιά, τον στρατιωτικό Μιχαήλ Μελά (1894-1950) και τη χημικό Ζωή Μελά - Ιωαννίδη (1898-1996).
Δραστήριο μέλος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής οργάνωσης, που είχε ως σκοπό την αναζωπύρωση του εθνικού φρονήματος και την απελευθέρωση των υπόδουλων Ελλήνων με κάθε θυσία. Με την έκρηξη του πολέμου παίρνει μέρος στα μέτωπα της Θεσσαλίας, ως διοικητής ουλαμού της 2ης Πεδινής Πυροβολαρχίας. Γράφει στους γονείς του: Αν ο θεός μας βοηθήση ολίγον, σύντομα θα λάβετε γράμμα μου από την Θεσσαλονίκην. ΄Ώστε θάρρος, αγαπητοί μου γονείς, θάρρος και πεποίθησιν· διότι και αν φέρη ο διάβολος, να νικηθώμεν, θα νικηθώμεν παλικαρίσια. Δέκα μέρες αργότερα, η κατάσταση τον απογοητεύει και τον αηδιάζει και ξαναγράφει στους γονείς του: Οι ηλίθιοι που φωνάζουν εναντίον του (εννοεί τον διάδοχο Κωνσταντίνο) έπρεπε να είναι εις την Λάρισαν την επαύριο, της ατίμου, ατίμου, ατίμου φυγής μας, δια να ιδούν την κατάστασιν του στρατού και ν’ αντιληφθούν αν ήτο δυνατόν να κάμη μαζί του ένα βήμα προς τα εμπρός.
Στις αρχές του 20ου αιώνα τον προβληματίζουν όσα συμβαίνουν στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία. Τον ανησυχεί η δράση των κομιτατζήδων, που θέλουν να προσαρτήσουν την  Μακεδονία στη Βουλγαρία.
Τον Φεβρουάριο του 1904, μαζί με άλλους τρεις αξιωματικούς, τους λογαχούς Αλέξανδρο Κοντούλη και Αναστάσιο Παπούλα και τον ανθυπολοχαγό Γεώργιο Κολοκοτρώνη, συμμετέχει σε μυστική αποστολή στη Μακεδονία με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας. Μίκης το όνομα του γιου του Μιχαήλ, που τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά Μίκη και Ζέζας από το όνομα της κόρης του Ζωής, που τη φωνάζαν χαϊδευτικά Ζέζα. Η ομάδα των τεσσάρων αξιωματικών, συνοδευόμενη από Μακεδόνες αγωνιστές, δραστηριοποιήθηκε στη Δυτική Μακεδονία, αλλά οι κινήσεις της έγιναν αντιληπτές από τους Τούρκους, οι οποίοι ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση την ανάκλησή τους. Έτσι, ο Μελάς μαζί με τους τρεις άλλους αξιωματικούς επέστρεψαν στην Αθήνα.
Ζητώντας άδεια απο την Σχολή Ευελπίδων όπου υπηρετούσε, λαμβάνει 20ήμερη και ξαναεπισκέπτεται την Μακεδονία. Στο πλαστό διαβατήριό του αναγραφόταν το όνομα Πέτρος Δέδες  και επάγγελμα έγραφε ζωέμπορος. Μόλις έφθασε στην Κοζάνη  αποφασίστηκε η συγκρότηση ενόπλων σωμάτων με τη στρατολόγηση ανδρών από τις γύρω περιοχές και η έναρξη δράσης στη Δυτική Μακεδονία. Επιστρέφει στην Αθήνα και μετά από 15 ημέρες ζήτησε κι έλαβε τετράμηνη άδεια από το στράτευμα . Έτσι αναλαμβάνει επίσημα την αρχηγία του Μακεδονικού Αγώνα στην περιοχή της Καστοριάς και του Μοναστηρίου.
Λίγο πριν από την αναχώρησή του απευθυνόμενοσ στη σύζυγό του της λέει: Αισθάνομαι πολύ, ο δυστυχής, την ευτυχίαν που αφήνω· αισθάνομαι ότι μ’ όλον τον ανήσυχον και νευρικόν χαρακτήραν μου ο βίος ο οποίος μου αρμόζει περισσότερον είναι ο ήσυχος και ο οικογενειακός. Αλλ’ από τινος δεν ηξεύρω τι έπαθα· έγινα όργανον δυνάμεως πολύ μεγάλης, ως φαίνεται, αφού έχει την ισχύν να κατασιγάση όλα τ’ αλλα αισθήματά μου και να με ωθή διαρκώς προς την Μακεδονίαν. Φτάνοντας στη Λάρισα, της στέλνει επιστολή σάν να προαισθανόταν το τέλος του: Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα με όλη μου την ψυχήν και με την ιδέαν, ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω. Είχα και εγώ την ακράδαντον πεποίθησιν, ότι δυνάμεθα να εργασθώμεν εν Μακεδονία και να σώσωμεν πολλά πράγματα. Έχων δε την πεποίθησιν ταύτην, έχω και υπέρτατον καθήκον να θυσιάσω το παν όπως πείσω την Κυβέρνησιν και την κοινήν γνώμην περί τούτου.
Στις 28 Αυγούστου του 1904 περνάει τα σύνορα, συνοδευόμενος από Μακεδόνες, Λάκωνες και Κρήτες και στα μέσα Σεπτεμβρίου στρατοπεδεύει κοντά στην Καστοριά. Στις 13 Οκτωβρίου  μπαίνει στο χωριό Στάτιστα για να αναπαυτεί μαζί με τους άνδρες του. Όμως, ο Βούλγαρος αρχικομιτατζής Μήτρος Βλάχος, ειδοποίησε τις οθωμανικές αρχές. Επί τόπου κατέφθασε ισχυρό στρατιωτικό απόσπασμα, αποτελούμενο από 150 άνδρες. Ακολουθεί συμπλοκή. Ο Παύλος Μελάς τραυματίζεται σοβαρά στην οσφυϊκή χώρα. Μετά απο μισή ώρα αφήνει την τελευταία του πνοή. Γύρω από το σώμα του Παύλου Μελά εκτυλίχθηκε ολόκληρη διπλωματική επιχείρηση για την παραλαβή και τον ενταφιασμό του. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να γίνει γνωστή στους Οθωμανούς η ταυτότητα του νεκρού, διότι αυτό θα δημιουργούσε διπλωματική κρίση. Αρχικά ο νεκρός θάφτηκε από τους χωρικούς έξω από τη Στάτιστα, ενώ οι Οθωμανοί δεν γνώριζαν την ταυτότητά του.
Το κεφάλι του αποκόπηκε από τους συμπολεμιστές του και τάφηκε στο ναό της Αγίας Παρασκευής στο Πισοδέρι της Φλώρινας. Το σώμα του παραδόθηκε από τις οθωμανικές αρχές στον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη και τάφηκε στον βυζαντινό ναό των Ταξιαρχών στην Καστοριά, όπου αναπαύεται και η κάρά του από το 1950. Στον ίδιο ναό έχει ταφεί και η σύζυγός του Ναταλία, κατ’ επιθυμίαν της.
Ο θάνατος του Παύλου Μελά έγινε γνωστός στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου. Συγκλόνισε την κοινή γνώμη, συγκίνησε ολόκληρο το Έθνος.
Η θυσία του ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ σηματοδότησε την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα, που κορυφώθηκε με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913.
Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τον Παρακάλαμο Πωγωνίου της Ηπείρου. Εκεί όπου ακόμη σώζονται τα ερείπια του οικογενειακού πύργου.

Σχόλια