Οι επτά στους δέκα ανθρώπους που κάνουν το εμβόλιο κατά της COVID-19 έχουν κάποιο είδος αντίδρασης, αναφέρουν τα τελευταία ιατρικά στοιχεία. Οι αναφορές για περιπτώσεις μυοκαρδίτιδας και περικαρδίτιδας που προκλήθηκαν μετά από mRNA COVID-19 εμβολιασμούς αυξάνονται συνεχώς με αποτέλεσμα την κοινωνική ανησυχία.
Από τη στιγμή που η συμπτωματολογία των παρενεργειών των εμβολίων έχει την ίδια ανοσολογική βάση με τις ιογενείς λοιμώξεις και ειδικά με την COVID-19, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι τα όποια δεδομένα υπέρ της χορήγησης διατροφικών συμπληρωμάτων για τη βελτίωση της έκβασης λοιμώξεων όπως η COVID-19 μπορούν κάλλιστα να αφορούν και τον περιορισμό των συμπτωμάτων μετά από τα εγκεκριμένα εμβόλια κατά του κορονοϊού, ανέφερε ο Κλινικός Διαιτολόγος δρ Κωνσταντίνος Ξένος στο ygeiamasnews. Η ανασκόπηση των ήδη διαθέσιμων δεδομένων δείχνει ότι η συμπληρωματική χορήγηση μικροθρεπτικών συστατικών και άλλων συμπληρωμάτων (π.χ. προβιοτικά) ως ενισχυτικά του ανοσοποιητικού συστήματος σε ασθενείς με COVID-19 ενδέχεται να έχει θετική επίδραση στην ανάρρωση από τη λοίμωξη του νέου κορονοϊού, να ευνοεί τη μείωση του ιϊκού φορτίου και τη διάρκεια νοσηλείας τους, προσέθεσε ο Κλινικός Διαιτολόγος δρ Λάμπρος Μελίστας.
Η Βιταμίνη CΧαρακτηριστικά, η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης C σε διασωληνωμένους συσχετίστηκε με σημαντικά χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας σε σχέση με όσους δε λάμβαναν τη βιταμίνη. Δεδομένα από δύο μετα-αναλύσεις σε ασθενείς που νοσηλεύτηκαν στη ΜΕΘ καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης C μείωσε κατά 8% την παραμονή στη ΜΕΘ και τη διάρκεια της διασωλήνωσης.
Η Βιταμίνη D
Η βιταμίνη D φαίνεται ότι μειώνει τα ποσοστά αντιγραφής του ιού, καταστέλλει τη φλεγμονή και αυξάνει τα επίπεδα των Τ λεμφοκυττάρων και τη δραστηριότητά τους. Επιπλέον, η βιταμίνη D μπορεί να τροποποιήσει τόσο τις έμφυτες όσο και τις επίκτητες ανοσολογικές αποκρίσεις, αναφέρει ο κ. Μελίστας.
“Σε μια σειρά μελετών διαπιστώθηκε ότι τα άτομα με επάρκεια βιταμίνης D εμφάνισαν πιο ελαφριά μορφή της νόσου, είχαν χαμηλότερα επίπεδα φλεγμονής και υψηλότερα ποσοστά λεμφοκυττάρων (Maghbooli et al. PLoS One 2020& Annweiler et al. Nutrients 2020). Επιπλέον, η συμπληρωματική χορήγηση ή η επάρκεια βιταμίνης D σχετίστηκαν αρνητικά με δείκτες φλεγμονής σε άτομα με κορονοϊό (Campi et al. BMC InfectDis 2021 & Lakkireddy et al. Sci Rep. 2021).
Η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D μετά τη διάγνωση νόσησης από τον ιό, φαίνεται ότι δρα ευεργετικά και στην ήπια εμφάνιση της νόσου, μειώνοντας το χρόνο διάρκειας κάποιων βασικών συμπτωμάτων, όπως ο βήχας και η απώλεια γεύσης, όταν χορηγείται σε υψηλές δόσεις ημερησίως (Sabico et al. Nutrients. 2021)”, σημειώνει ο κ. Ξένος.
O Ψευδάργυρος
H χορήγηση ψευδαργύρου φαίνεται ότι έχει ευεργετικές επιδράσεις στην ήπια νόσηση από τον ιό. «Άτομα που ελάμβαναν συμπλήρωμα ψευδαργύρου είχαν αισθητή μείωση των συμπτωμάτων – συμπεριλαμβανομένου πυρετού, βήχα, πονοκεφάλου, δύσπνοιας, πόνου στο σώμα και κόπωσης – μέσα σε 24 ώρες από την έναρξη της θεραπείας με ψευδάργυρο(Finzi E. Int J Infect Dis 2020) συμπληρωματική χορήγηση θειικού ψευδαργύρου μειώνει τη διάρκεια απώλειας της όσφρησης, που είναι ένα από τα βασικά συμπτώματα της νόσου (Feng et al. Clin NutrESPEN. 2021)», σημειώνει ο κ. Μελίστας.
Ν-ακετυλοκυστεΐνη
Η Ν-ακετυλοκυστεΐνη (N-acetylcysteine-NAC) είναι παράγωγο του αμινοξέος κυστεΐνη. Στο σώμα μας μετατρέπεται σε γλουταθειόνη αυξάνοντας τα επίπεδά της στο αίμα. Η γλουταθειόνη είναι ένα σημαντικό αντιοξειδωτικό που εξαντλείται λόγω οξειδωτικού στρες ή συστηματικής φλεγμονής.
Μελέτες έχουν αξιολογήσει τη χορήγηση της NAC από του στόματος για τη θεραπεία βρογχοπνευμονικών παθήσεων, όπως η βρογχίτιδα και η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) με πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα στη μείωση του αριθμού των επεισοδίων και της σοβαρότητας των συμπτωμάτων (Wei et al, Adv Ther2019, Fowdar et al, Heart Lung 2017).
«Λόγω αυτών των ευρημάτων, τα δυνητικά αντιοξειδωτικά, αντιφλεγμονώδη και αντιιικά αποτελέσματα της NAC, καθώς και τη βλεννολυτική της δράση, θεωρούμε ότι η χρήση της NAC ως βοηθητική θεραπεία μπορεί να συμβάλλει στον περιορισμό των συμπτωμάτων που ενδεχομένως εμφανίζονται μετά το εμβόλιο κατά της COVID-19.
Άλλωστε έχουμε ήδη δεδομένα που προτείνουν τη χρήση της παράλληλα με άλλα σκευάσματα στην αντιμετώπιση της νόσου (In Vivo. 2020 May-Jun; 34(3 Suppl): 1567–1588)», τονίζει ο κ. Ξένος.
Προβιοτικά
Σε ένα υψηλό ποσοστό ασθενών με COVID-19 έχει παρατηρηθεί διαταραχή της ισορροπίας του εντερικού μικροβιώματος και ελάττωση στη μικροβιακή ποικιλία. H στοχευμένη βοηθητική θεραπεία με προβιοτικά βοηθά στην αποκατάσταση των υγιών μικροβιακών κοινοτήτων του εντέρου και δείχνει ότι μπορεί να συμβάλλει στην ανάρρωση από την COVID-19 (Peng etal, Front Nutr 2020).
Τα προβιοτικά φαίνεται ότι μπορούν να συμβάλουν στην αναστολή της «καταιγίδας» των κυτταροκινών που οδηγεί στη σοβαρή νόσο ασθενών με COVID-19, ενισχύοντας ταυτόχρονα την έμφυτη ανοσία και εμποδίζοντας την υπερβολική αντίδραση της επίκτητης ανοσίας (Kurian et al, Arch Med Res. 2021)”.
Είναι χαρακτηριστική η κλινική δοκιμή που έγινε πρόσφατα στην Ιταλία όπου τα σημεία και τα συμπτώματα -συμπεριλαμβανομένης της διάρροιας, του πυρετού, της αδυναμίας, των πονοκεφάλων, της μυαλγίας και της δύσπνοιας- ήταν σημαντικά λιγότερα εντός 7 ημερών σε ασθενείς που έλαβαν προβιοτικά συγκριτικά με όσους δεν τα έλαβαν (d’Ettorre et al, Front Med 2020)” αναφέρει ο δρ Μελίστας.
Μέχρι σήμερα και από την έναρξη των εμβολιασμών στη χώρα μας έχουμε αντιμετωπίσει εκατοντάδες περιστατικά παχύσαρκων που αν και είναι γνωστό πως αποτελούν ευπαθή ομάδα έναντι της COVID-19 αρνούνται να εμβολιαστούν, ισχυριζόμενοι φόβο για πιθανές παρενέργειες.
Στο πλαίσιο αυτό χορηγήσαμε σε περισσότερα από 140 άτομα (ενήλικες γυναίκες και άνδρες με ΔΜΣ>35) για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ένα συνδυασμό βιταμίνης D, Ν-ακετυλοκυστεΐνης, βιταμίνης C, ψευδαργύρου και προβιοτικών στελεχών lactobacillus NCFM και lactobacillus paracasei lpc-37, παροτρύνοντας τους παχύσαρκους αυτούς ασθενείς που είχαν λάβει ήδη το «πράσινο» φως από τους ιατρούς τους, να εμβολιαστούν, καθότι ο κίνδυνος από μια ενδεχόμενη λοίμωξη από τον SARS-CoV-2 θα ήταν πολύ μεγαλύτερος των όποιων πιθανών παρενεργειών του εμβολίου.
Το εντυπωσιακό ήταν ότι κανείς από τους ανθρώπους που τήρησαν σωστά το πρωτόκολλο της συμπληρωματικής αυτής χορήγησης δεν παρουσίασε το παραμικρό σύμπτωμα μετά τον εμβολιασμό του (και τις 2 δόσεις)», συμπληρώνει ο δρ Ξένος
Η έλλειψη εκτεταμένων επιστημονικών δεδομένων για τη σχέση της χορήγησης διατροφικών συμπληρωμάτων με τον περιορισμό των παρενεργειών των εμβολίων αφήνει ένα ερευνητικό κενό που αξίζει να διερευνηθεί περαιτέρω», καταλήγει ο δρ Μελίστας.
ΑΝΤΛΗΣΗ ΠΗΓΗΣ
ygeiamasnews.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου